Απόφαση ΔΕΕ για τη Μυτιληναίος: Διαιτητικές αποφάσεις και κρατικές ενισχύσεις

Εισαγωγή

Το παρόν άρθρο αναλύει την πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «ΔΕΕ») σε υπόθεση που αφορούσε εικαζόμενη κρατική ενίσχυση προς τη Mytilinaios AE – Omilos Epicheiriseon (στο εξής «Μυτιληναίος») με τη μορφή τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας κάτω του κόστους, κατόπιν διαιτητικής απόφασης. Με την εν λόγω απόφαση, το ΔΕΕ ακύρωσε την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «Γενικό Δικαστήριο»), το οποίο είχε αποφασίσει ότι η διαιτητική απόφαση μπορούσε να θεωρηθεί ως πράξη που καταλογίζεται στο Κράτος και, κατά συνέπεια, μπορούσε να εξεταστεί υπό το πρίσμα του Δικαίου των Κρατικών Ενισχύσεων. Το ΔΕΕ έκρινε ότι το σκεπτικό του Γενικού Δικαστηρίου ήταν εσφαλμένο ως προς τη διάκριση μεταξύ του συγκεκριμένου διαιτητικού δικαστηρίου και άλλων διαιτητικών δικαστηρίων που λειτουργούν βάσει συμβάσεων.

Η δομή του άρθρου είναι οργανωμένη ως εξής: αρχικά παρουσιάζεται η ανασκόπηση της αντιδικίας σχετικά με την καταγγελία για χορήγηση κρατικής ενίσχυσης προς τη Μυτιληναίος, ακολουθούμενη από ανάλυση των γεγονότων και των σχετικών άρθρων της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Στη συνέχεια, εξετάζεται η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και οι προσπάθειες επίλυσης της διαφοράς ενώπιον των Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τέλος, το άρθρο αναλύει την τελική απόφαση του ΔΕΕ και τον τρόπο με τον οποίο αυτή επηρεάζει τις αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου, προσφέροντας μια ολοκληρωμένη εικόνα της υπόθεσης και των νομικών της συνεπειών.

Γεγονότα

Η υπόθεση αφορά τη μακροχρόνια διαφωνία μεταξύ της Μυτιληναίος, εταιρείας παραγωγήςαλουμινίου, και της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού Α.Ε. (στο εξής «ΔΕΗ»), εταιρείας παραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας που ελέγχεται από το ελληνικό κράτος, σχετικά με το τιμολόγιο παροχής ηλεκτρικής ενέργειας.

Ειδικότερα, η Μυτιληναίος από το 1960 είχε εξασφαλίσει ένα προνομιακό τιμολόγιο παροχής ηλεκτρικής ενέργειας από τη ΔΕΗ μέσω συμφωνίας. Το προνομιακό αυτό τιμολόγιο έληξε το 2006, αλλά οι δύο εταιρείες δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε νέο τιμολόγιο.

Παραπομπή διαφοράς σε Διαιτητικό Δικαστήριο

Το 2011, μετά μακροχρόνιες και άκαρπες διαπραγματεύσεις, η Μυτιληναίος και η ΔΕΗ συμφώνησαν να παραπέμψουν τη διαφορά τους σε μόνιμο διαιτητικό σώμα της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ), σύμφωνα με το άρθρο 37 του Νόμου 4001/2011 που αφορά τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις. Σημειώνεται ότι, με βάση το εν λόγω άρθρο, οργανώνεται μόνιμη διαιτησία στη ΡΑΕ για την επίλυση διαφορών μεταξύ προσώπων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενέργειας και πελατών που έρχονται σε διαφωνία με επιχειρήσεις που ασκούν ενεργειακές δραστηριότητες. Η διαδικασία διαιτησίας διεξάγεται ενώπιον τριμελούς διαιτητικού οργάνου που αποτελείται από ειδικούς διαιτητές και επιδιαιτητές, όπως μέλη της ΡΑΕ, μέλη Τεχνικών Επιμελητηρίων και Δικηγορικών Συλλόγων, καθώς και καθηγητές Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων με εξειδικευμένες γνώσεις στις διαφορές που υπάγονται στη διαιτησία.

Απόφαση Διαιτητικού Δικαστηρίου

Κατά το 2013, το Διαιτητικό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση που καθόριζε το τιμολόγιο παροχής ηλεκτρικής ενέργειας που έπρεπε να πληρώσει η Μυτιληναίος στη ΔΕΗ. Η απόφαση βασίστηκε στις Βασικές Αρχές Τιμολόγησης Ηλεκτρικής Ενέργειας των Πελατών Υψηλής Τάσης, όπως είχαν καθοριστεί από τη ΡΑΕ. Συγκεκριμένα, βάσει των εν λόγω αρχών, το Διαιτητικό Δικαστήριο καθόρισε ότι η ΔΕΗ έπρεπε να προμηθεύει ηλεκτρική ενέργεια στη Μυτιληναίοςσε τιμές χαμηλότερες από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς, καλύπτοντας όμως τουλάχιστον το κόστος της καταγγέλλουσας (στο εξής «διαιτητική απόφαση»). Κατά την εξέταση της υπόθεσης λήφθηκαν υπόψη τα ιδιαίτερα καταναλωτικά χαρακτηριστικάτης Μυτιληναίος,καθώς, επίσης,και η ανάγκη για σταθερή και συνεχή προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά.

Η ΔΕΗ επειδή δεν ήταν ικανοποιημένη με την απόφαση του Διαιτητικού Δικαστηρίου, υπέβαλε καταγγελία ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ισχυριζόμενη ότι η εν λόγω απόφαση συνιστούσε ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση προς τη Μυτιληναίος ως απόρροια των χαμηλότερων τιμών των τιμολογίων από τις τιμές της αγοράς.

Νομικό πλαίσιο Κρατικών Ενισχύσεων

Προτού αναλύσουμε τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούμε στο Άρθρο 107 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «ΣΛΕΕ»), στο οποίο βασίστηκε η υπόθεση αυτή. Το εν λόγω άρθρο καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέτρο θεωρείται κρατική ενίσχυση. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Άρθρο 107(1) ΣΛΕΕ, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπεται διαφορετικά από τις Συνθήκες, οι ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη μέλη ή από κρατικούς πόρους υπό οποιαδήποτε μορφή και οι οποίες νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό, ευνοώντας ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής, είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά. Κατά συνέπεια, η ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης σχετίζεται με την ικανοποίηση των ακόλουθων σωρευτικών προϋποθέσεων: 1) Υπάρχει μεταφορά κρατικών πόρων και το μέτρο ενίσχυσης καταλογίζεται στο Κράτος, 2) Το μέτρο ενίσχυσης είναι επιλεκτικό, 3) το μέτρο ενίσχυσης εκχωρεί οικονομικό πλεονέκτημα στην αποδέκτρια επιχείρηση ή επιχειρήσεις, και 4) το μέτρο ενίσχυσης νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και επηρεάζει το ενδοενωσιακό εμπόριο / συναλλαγές.

Εκτός τούτου, σχετικό είναι και το Άρθρο 108 ΣΛΕΕ, το οποίο ορίζει τη διαδικασία προηγούμενης κοινοποίησης και ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς, επίσης, καιτο Άρθρο 263 ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα προσφυγής ακύρωσης των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενώπιον των Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σύνοψη απόφασης Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Στις 25.3.2015 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε απόφαση (στο εξής «πρώτη απόφαση»), με την οποία περιορίστηκε στην εξέταση του ζητήματος κατά πόσον ο καθορισμός και η εφαρμογή του επίμαχου τιμολογίου εκχωρούσε οικονομικό πλεονέκτημα στη Μυτιληναίος κατά την έννοια του άρθρου 107(1) ΣΛΕΕ. Προς τούτο, εξέτασε κατά πόσον η ΔΕΗ, ως δημόσια επιχείρηση, αποδεχόμενη να επιλύσει τη διαφορά της με τη Μυτιληναίος μέσω προσφυγής στη διαδικασία διαιτησίας και συμμορφούμενη προς τη διαιτητική απόφαση, είχε ενεργήσει σύμφωνα με τις απαιτήσεις που απορρέουν από το κριτήριο του Ιδιώτη Επιχειρηματία σε Οικονομία της Αγοράς. Εντός του ανωτέρω πλαισίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πληρούνταν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις εφαρμογής του εν λόγω κριτηρίου και ως εκ τούτου, δεν είχε παρασχεθεί κανένα πλεονέκτημα στη Μυτιληναίος. Ως εκ τούτου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπίστωσε ότι η διαιτητική απόφαση δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

Ακολούθως, στις 14.8.2017 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε εκ νέου απόφαση (στο εξής «δεύτερη απόφαση») ανακαλώντας και αντικαθιστώντας ρητώς την πρώτη απόφαση της. Συγκεκριμένα, έκρινε ότι η διαιτητική απόφαση δεν συνεπαγόταν τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 107(1) ΣΛΕΕ. Οι λόγοι που εκτίθενται προς στήριξη του συμπεράσματος αυτού, οι οποίοι βασίζονται στην τήρηση του κριτηρίου του Ιδιώτη Επιχειρηματία σε Οικονομία της Αγοράς και στην απουσία πλεονεκτήματος, είναι πανομοιότυποι με εκείνους που εκτίθενται στην πρώτη απόφαση.

Σημειώνεται επίσης ότι και στις δύο πιο πάνω αποφάσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι η διαιτητική απόφαση δεν μπορούσε να καταλογιστεί στο κράτος. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η διαιτητική διαδικασία οργανώθηκε από τη ΡΑΕ, αλλά η ίδια η ΡΑΕ δεν είχε καμία επιρροή επί της απόφασης του Διαιτητικού Δικαστηρίου. Το Διαιτητικό Δικαστήριο απαρτιζόταν από ανεξάρτητους ειδικούς και η απόφαση του βασίστηκε σε όρους που προϋπήρχαν και είχαν καθοριστεί από τη ΡΑΕ, χωρίς κρατική παρέμβαση.

Σύνοψη απόφασης Γενικού Δικαστηρίου

Κατόπιν προσφυγής της ΔΕΗ, το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Διαιτητικό Δικαστήριο, το οποίο είχε αποφανθεί για το τιμολόγιο της ηλεκτρικής ενέργειας, ήταν όργανο που ασκεί δημόσια εξουσία και ότι η απόφασή του μπορούσε να καταλογιστεί στο Κράτος.

Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο ανέλυσε πέντε βασικά κριτήρια για να καταλήξει στο ότι το Διαιτητικό Δικαστήριο της ΡΑΕ μπορεί να εξομοιωθεί με τακτικό κρατικό δικαστήριο:

  1. Δικαιοδοτική λειτουργία: Το διαιτητικό δικαστήριο επιτελεί δικαιοδοτική λειτουργία παρόμοια με εκείνη των τακτικών δικαστηρίων, αντικαθιστώντας τα σε περιπτώσεις διαφοράς μεταξύ των μερών.
  2. Επιλογή διαιτητών: Οι διαιτητές επιλέγονται από κατάλογο που συντάσσεται με απόφαση του προέδρου της ΡΑΕ, γεγονός που προσδίδει δημόσιο χαρακτήρα στη διαδικασία.
  3. Νομικό πλαίσιο: Οι διαδικασίες ενώπιον του διαιτητικού δικαστηρίου διέπονται από τις διατάξεις του ελληνικού Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και τον κανονισμό διαιτησίας της ΡΑΕ.
  4. Δεσμευτικότητα των αποφάσεων: Οι αποφάσεις του διαιτητικού δικαστηρίου είναι νομικώς δεσμευτικές, έχουν ισχύ δεδικασμένου και αποτελούν εκτελεστό τίτλο.
  5. Δικαστικός έλεγχος: Οι αποφάσεις του διαιτητικού δικαστηρίου μπορούν να προσβληθούν ενώπιον τακτικού δικαστηρίου, γεγονός που ενισχύει την εξομοίωση τους με δικαστικές αποφάσεις.

Στη βάση των πιο πάνω, το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Διαιτητικό Δικαστήριο της ΡΑΕ, που συστήθηκε δυνάμει του άρθρου 37 του Νόμου 4001/2011, συνιστά ως όργανο που ασκεί εξουσία εμπίπτουσα στη σφαίρα της δημόσιας εξουσίας. Επομένως, οι αποφάσεις του μπορούν να καταλογιστούν στο Κράτος, καθιστώντας τη διαιτητική απόφαση κρατικό μέτρο δυνάμενο να συνιστά κρατική ενίσχυση.

Όσον αφορά την εκχώρηση οικονομικού πλεονεκτήματος στη Μυτιλιναίος μέσω της διαιτητικής απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορθώς εφάρμοσε το κριτήριο του Ιδιώτη Επιχειρηματία σε Οικονομία της Αγοράς, αξιολογώντας εν προκειμένω το πώς θα ενεργούσε υπό τις αντίστοιχες συνθήκες ένας μέσος συνετός ιδιώτης επιχειρηματίας / επενδυτής, καταλήγοντας στο ότι η ΔΕΗ δεν παρείχε μέσω της διαιτητικής απόφασης πλεονέκτημα στη Μυτιληναίος.

Σύνοψη απόφασης ΔΕΕ

Κατόπιν έφεσης που άσκησε η Μυτιλιναίος στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, το ΔΕΕ έκρινε ότι η επίδικη διαιτητική απόφαση δεν μπορεί να καταλογιστεί στο Κράτος. Αυτό διότι το Διαιτητικό Δικαστήριο που λειτουργεί υπό τη ΡΑΕ δεν μπορεί να εξομοιωθεί με κρατικό όργανο, καθώς δεν ασκεί δημόσια εξουσία με τον ίδιο τρόπο όπως τα τακτικά δικαστήρια. Όπως επισήμανε το ΔΕΕ, η επίμαχη διαιτητική διαδικασία ήταν αποτέλεσμα συμφωνίας μεταξύ των μερών (ΔΕΗ και Μυτιληναίος) να παραπέμψουν τη διαφορά τους προς επίλυση από το Διαιτητικό Δικαστήριο και όχι κρατικής παρέμβασης.

Όσον αφορά την εκχώρηση οικονομικού πλεονεκτήματος, το ΔΕΕ υποστήριξε ότι η απόφαση της ΔΕΗ να προσφύγει σε διαιτησία και να συμμορφωθεί με τη διαιτητική απόφαση πρέπει να κριθεί με βάση το Κριτήριο του Ιδιώτη Επιχειρηματία σε Οικονομία της Αγοράς. Συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι η ΔΕΗ ενήργησε όπως θα ενεργούσε ένας μέσος συνετός ιδιώτης επενδυτής, δηλαδή με σκοπό να επιλύσει μια εμπορική διαφορά με οικονομικά αποδεκτό τρόπο. Επομένως, η συμφωνία για τη διαιτησία και η συμμόρφωση προς τη διαιτητική απόφαση δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση, καθώς πληρούν τις προϋποθέσεις της αγοράς και δεν παρέχουν πλεονέκτημα στη Μυτιληναίος.

Καταληκτικά σχόλια

Η απόφαση του ΔΕΕ αναδεικνύει σημαντικά νομικά ζητήματα σχετικά με τον καταλογισμό διαιτητικών αποφάσεων στο Κράτος και την εφαρμογή του κριτηρίου του Ιδιώτη Επιχειρηματία σε Οικονομία της Αγοράς. Το ΔΕΕ έκρινε ότι μία διαιτητική απόφαση δεν μπορεί να καταλογιστεί στο Κράτος απλώς και μόνον επειδή το διαιτητικό δικαστήριο αποτελεί μέρος του κρατικού δικαιοδοτικού συστήματος. Η διαιτησία που βασίζεται σε εθελοντική / προαιρετική συμφωνία των εμπλεκόμενων μερών δεν μπορεί να θεωρηθεί κρατικό μέτρο, σε αντίθεση με διαιτησίες που επιβάλλονται υποχρεωτικά από το νόμο. Η κρίση αυτή διακρίνει σαφώς μεταξύ των διαιτητικών διαδικασιών που προκύπτουν από την αυτόνομη βούληση των μερών και εκείνων που επιβάλλονται από το Κράτος. Παράλληλα, το ΔΕΕ επιβεβαίωσε ότι η απόφαση της ΔΕΗ να συνάψει τη συμφωνία διαιτησίας έπρεπε να εξεταστεί με βάση το κριτήριο του Ιδιώτη Επιχειρηματία σε Οικονομία της Αγοράς, δηλαδή εάν ένας ιδιώτης επιχειρηματίας σε αντίστοιχη θέση με την ΔΕΗ θα είχε λάβει παρόμοια απόφαση υπό τις ίδιες συνθήκες της αγοράς.

Ως εκ των πιο πάνω συνάγεται ότι, η απόφαση του ΔΕΕ αναδεικνύει τη σημασία της διάκρισης μεταξύ διαιτητικών αποφάσεων που προκύπτουν από εθελοντικές / προαιρετικές συμφωνίες και εκείνων που επιβάλλονται από τον νόμο. Επίσης, η απόφαση του ΔΕΕ επιβεβαιώνει τη χρήση του κριτηρίου του Ιδιώτη Επιχειρηματία σε Οικονομία της Αγοράς, για σκοπούς αξιολόγησης του κατά πόσον το υπό εξέταση μέτρο ενίσχυσης εκχωρεί οικονομικό πλεονέκτημα στην αποδέκτρια επιχείρηση, παρέχοντας νομική σαφήνεια και προβλεψιμότητα στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

Το άρθρο ετοιμάστηκε στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης της Iωάννας Πιερή στην Trojan Economics.

Print Friendly, PDF & Email
Ετικέτες: , ,